Υποκατηγορία Πασάδες

İbrahim Paşa

Ο Ιμπραήμ Πασάς, ήταν ο μεγαλύτερος υιος του ηγεμόνα της Αιγύπτου, Μοχάμεντ Άλι Πασά και κατέχει εξέχουσα θέση στη στρατιωτική ιστορία της Αιγύπτου. Ηγήθηκε της αιγυπτιακής εκστρατείας στην Πελοπόννησο (1824 – 1828) με σκοπό την καταστολή της Ελληνικής Επανάστασης.

Περιγραφή

“Ο Ιμπραήμ Πασάς ήταν υιός του Μοχάμεντ Άλι Πασά (Μεχμέτ Αλή Πασά), κυβερνήτη της Αιγύπτου και γεννήθηκε στην Καβάλα (ή στη Δράμα) το 1789. Σύμφωνα με μία εκδοχή, ήταν βιολογικό παιδί του Μοχάμεντ Άλι και της πρώτης συζύγου του, Εμινέ, ενώ σύμφωνα με άλλη, γεννήθηκε από Ελληνίδα χριστιανή μητέρα και υιοθετήθηκε αργότερα από τον Μοχάμεντ Άλι Πασά. Ο Ιμπραήμ και τα αδέλφια του έλαβαν στρατιωτική εκπαίδευση και συμμετείχαν σε εκστρατείες από νεαρή ηλικία. Το 1813 ο Ιμπραήμ ορίστηκε διοικητής της Άνω Αιγύπτου και το 1816 διαδέχθηκε με επιτυχία τον αδελφό του στη θέση του διοικητή του αιγυπτιακού στρατεύματος στην εκστρατεία της Αραβίας.
Το 1824 ο Μοχάμεντ Άλι συμφώνησε να συνδράμει τον Σουλτάνο Μαχμούτ Β΄στην καταστολή της Ελληνικής Επανάστασης, με αντάλλαγμα τη διοίκηση της Πελοποννήσου και της Κρήτης. Ο Ιμπραήμ ακολούθησε τη διαταγή του πατέρα του και εκστράτευσε με ισχυρό στρατό και στόλο αρχικά στην Κρήτη (1824) και έπειτα στην Πελοπόννησο. Στις 12 Φεβρουαρίου ο Ιμπραήμ πασάς αποβιβάζεται στη Μεθώνη συνοδεία 4.000 στρατιωτών. Στις αρχές Μαρτίου οι δυνάμεις του ενισχύονται σημαντικά με την άφιξη περίπου 7.500 ακόμη ανδρών. Κατά την παραμονή του στην Πελοπόννησο επικέντρωσε τις προσπάθειές του στον περιορισμό των επαναστατών, επιδιώκοντας τακτικές, οργανωμένες συγκρούσεις αντί του κλεφτοπολέμου, στον οποίο οι Έλληνες διέπρεπαν. Αντιμετώπισε την σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων αγωνιστών με αυστηρά μέτρα πειθαρχίας εφαρμόζοντας την τακτική της «καμένης γης». Η εκστρατεία του συνοδευόταν από την καταστροφή οικισμών και καλλιεργειών, τις εκτελέσεις μαχητών και αμάχων, καθώς και τη μετατροπή μεγάλου μέρους του πληθυσμού σε σκλάβους.
Στις αρχές Μαρτίου 1825 ο στρατός του Ιμπραήμ κατέλαβε με ευκολία την επαρχία της Κορώνης και συγκρούστηκε επανειλημμένα με τα σώματα των Ιωάννη και Κωνσταντίνου Μαυρομιχάλη στο Νιόκαστρο. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία των αιγυπτιακών δυνάμεων σημειώθηκε στη Μάχη της Σφακτηρίας τον Απρίλιο του 1825. Τον Μάιο ακολούθησε η αμφίρροπη σύγκρουση στο Δυρράχιο της Μεγαλόπολης απέναντι στον Νικηταρά και η Μάχη στο Μανιάκι, ενώ στη συνέχεια οι Αιγύπτιοι κατέλαβαν την Κυπαρισσία (21 Μαΐου) και την Καλαμάτα (25 Μαΐου), εξουδετερώνοντας τα σώματα των Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και Παναγιώτη Γιατράκου.
Προελαύνοντας προς την Τριπολιτσά, αντιμετώπισαν τα στρατεύματα των Θεόδωρου και Γενναίου Κολοκοτρώνη, Δημήτρη Πλαπούτα και Κανέλλου Δεληγιάννη στη Μάχη της Δραμπάλας (5–7 Ιουνίου 1825) πλησίον του Ακόβου. Παρά την αποφασιστική αντίσταση των οπλαρχηγών και των κατοίκων που ρίχθηκαν με προθυμία στη μάχη, ο αιγυπτιακός στρατός συνέχισε την πορεία του και κατέλαβε την Τριπολιτσά στις 10 Ιουνίου 1825. Δύο μέρες αργότερα σημειώθηκε νίκη των ελληνικών δυνάμεων στη Μάχη των Μύλων του Ναυπλίου υπό την ηγεσία του Γεωργίου Μαυρομιχάλη και του Δημητρίου Υψηλάντη. Ακολούθησε σειρά συγκρούσεων πέριξ της Τριπόλεως και στα Βέρβαινα Κυνουρίας. Στα μέσα Αυγούστου 1825 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αντιμετώπισε με επιτυχία τον Ιμπραήμ στα Τρίκορφα, στην Πιάνα και τη Ζαράκωβα της Μαντινείας, ωστόσο στις 23 Αυγούστου τα αιγυπτιακά στρατεύματα κατέλαβαν τη Μονεμβασιά και κατέγραψαν επιτυχίες στην Ηλεία.
Τον Ιανουάριο του 1826 ο Ιμπραήμ Πασάς εκστράτευσε στη Στερεά Ελλάδα για να ενισχύσει την πολιορκία του Μεσολογγίου, αφήνοντας στη διοίκηση των δυνάμεων της Πελοποννήσου τον Σολιμάν Πασά «τον Γάλλο». Μετά την ηρωϊκή Έξοδο του Μεσολογγίου επέστρεψε στην Πελοπόννησο.Τον Ιούνιο του 1826 ο αιγυπτιακός στρατός ηττήθηκε από τους Μανιάτες των Μαυρομιχαλαίων στη Βέργα και στην Τσίμοβα (Αρεόπολη). Ακολούθησαν νέες αποτυχίες στη Μάχη του Μεχμέταγα Τεγέας, στον Βασσαρά, και στο Γύθειο. Στις τελευταίες πολεμικές αναμετρήσεις πρωταγωνίστησαν τα σώματα του Νικηταρά (23 Ιουλίου 1827) και του Δημητράκη Πλαπούτα (26-27 Αυγούστου 1827). Η ήττα του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, στις 20 Οκτωβρίου του 1827, οδήγησε στην οριστική αποχώρηση των αιγυπτιακών δυνάμεων από την Πελοπόννησο και συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους.
Μετά την εκστρατεία του στην Ελλάδα, ο Ιμπραήμ συνέχισε δυναμικά την στρατιωτική του πορεία στη Μέση Ανατολή, ηγεμονεύοντας σε σημαντικές μάχες στη Συρία και την Ανατολία. Το 1844, ασθενής από φυματίωση, ταξίδεψε στην Ιταλία για θεραπεία και την ίδια χρονιά διαδέχθηκε τον πατέρα του στη θέση του ηγεμόνα της Αιγύπτου. Απεβίωσε, πιθανότατα από δυσεντερία, τον Νοέμβριο του 1848.”