Dramalı Mahmut Paşa
Ο Μαχμούτ Πασάς, γνωστός με το προσωνύμιο «Δράμαλης» ήταν υψηλόβαθμος Οθωμανός αξιωματούχος. Διετέλεσε Πασάς της Θεσσαλίας και Μόρα Βαλεσί της Πελοποννήσου. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης ηγήθηκε της οθωμανικής εκστρατείας στη Ρούμελη και τον Μοριά και ηττήθηκε στη Μάχη των Δερβενακίων από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
“Ο Μαχμούτ Πασάς, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη (κατά μια άλλη εκδοχή στη Δράμα της Μακεδονίας) περί το 1770 και ήταν υιός του Χαλήλ Μεχμέτ Μπέη και της Ζεϊνέπ Χανούμ. Ήταν Οθωμανός αξιωματούχος, αλβανικής καταγωγής, μέλος της οθωμανικής ελίτ, ο οποίος έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση και συμμετείχε σε σειρά πολεμικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια.
Απέκτησε ουσιαστική στρατιωτική και διοικητική εμπειρία μετά την τοποθέτησή του, το 1808, ως βαλή (διοικητής) της Δράμας. Το 1820 προήχθη σε Πασά της Θεσσαλίας και ανέλαβε τη διοίκηση του Εγιαλετιού της Λάρισας, περιοχής που αποτελούσε καίριο κόμβο ανεφοδιασμού για τα οθωμανικά στρατεύματα. Από τη θέση αυτή χρειάστηκε να αντιμετωπίσει τους κλεφταρματολούς της περιοχής, γεγονός που του επέτρεψε να αποκτήσει πρόσθετη πολεμική εμπειρία και να ενισχύσει τη στρατιωτική του ικανότητα. Διακρίθηκε κατά την εκστρατεία του 1820–1821 για την καταστολή της εξέγερσης του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, ενεργώντας υπό τις διαταγές του Χουρσίτ Πασά.
Κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης ο Δράμαλης Πασάς βρισκόταν στα Ιωάννινα και έσπευσε να καταπνίξει τις εξεγέρσεις που ξέσπασαν στη νοτιοανατολική Θεσσαλία την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1821. Με εντολή του Σουλτάνου Μαχμούτ Β’ εκστράτευσε αρχικά προς την Στερεά Ελλάδα, όπου ήρθε αντιμέτωπος με τα ένοπλα σώματα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, του Νικηταρά και του Δημητρίου Υψηλάντη και παρά τη σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων κατάφερε να περάσει στην Πελοπόννησο. Ως σερασκέρης (στρατιωτικός διοικητής) του Μοριά έβαλε στόχο την κατάληψη οχυρωματικών θέσεων, όπως η Κόρινθος, το Ναύπλιο και η Πάτρα. Ακόμη, πολιόρκησε και κατέλαβε την Τριπολιτσά, αλλά αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα ανεφοδιασμού. Ο υπεράριθμος στρατός του Δράμαλη, με 35.000 περίπου άνδρες, συμπεριλαμβανομένων δυνάμεων ιππικού και πυροβολικού, του επέτρεπε να αντιμετωπίσει με ευκολία του εξεγερμένους Έλληνες σε ανοικτές πεδιάδες αλλά δεν είχε αντίστοιχη επιτυχία στα ορεινά εδάφη της Πελοποννήσου.
Η Μάχη των Δερβενακίων, τον Ιούλιο του 1822, έμελλε να καθορίσει την εξέλιξη του Αγώνα στον Μοριά και να αναδείξει τη στρατηγική ευφυΐα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ο οθωμανικός στρατός, κατά την υποχώρησή του από το Άργος προς την Κόρινθο, εγκλωβίστηκε στα στενά ορεινά περάσματα των Δερβενακίων, δίνοντας τη δυνατότητα στους Έλληνες ακροβολιστές να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες (υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν περίπου 2.500 – 3.000 Οθωμανοί). Τις επόμενες ημέρες ο Δράμαλης επιχειρώντας να επιστρέψει στην Κόρινθο μέσω του Αγιονορίου, δέχτηκε επίθεση από το ένοπλο σώμα του Νικηταρά και με μεγάλη δυσκολία κατόρθωσε να διαφύγει με τα υπολείμματα του στρατού του. Οι Έλληνες του επιτέθηκαν εκ νέου στην Κόρινθο με σκοπό να αποτρέψουν την έξοδό του προς τη Δυτική Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα. Μέχρι τον θάνατό του, στα τέλη Οκτωβρίου 1822, ο Δράμαλης επιχείρησε επανειλημμένα να διαφύγει, αλλά όλες οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες.”