Τρίπολη, Δήμος Τρίπολης, Αρκαδία
Η Τριπολιτσά η Τριπολιτζά (σημερινή Τρίπολη) αποτέλεσε κατά την ύστερη οθωμανική περίοδο το σημαντικότερο διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο της Πελοποννήσου. Η στρατηγική της θέση στο κέντρο του αρκαδικού υψιπέδου, σε σημείο όπου διασταυρώνονταν βασικές οδικές αρτηρίες που συνέδεαν τον Μοριά, ευνόησε την ταχεία ανάπτυξή της σε διοικητικό, στρατιωτικό και εμπορικό κόμβο.
Μετά το 1715, όταν οι Οθωμανοί επανέκτησαν την κυριαρχία της Πελοποννήσου από τους Ενετούς, η Τριπολιτζά αναδείχθηκε σε έδρα του Μόρα Βαλεσή (του ανώτατου Οθωμανού διοικητή της Πελοποννήσου) και εξελίχθηκε σε καθολικό διοικητικό κέντρο της περιοχής. Στα τέλη του 17ου αιώνα, ο πληθυσμός της ξεπερνούσε τους 20.000 κατοίκους, με πλειοψηφία μουσουλμάνων (κυρίως Τούρκων και Αλβανών), ενώ στις διάφορες συνοικίες της ζούσαν επίσης Έλληνες χριστιανοί και Εβραίοι. Οι θρησκευτικές και εθνοτικές ομάδες ήταν διαχωρισμένες σε αυτόνομες γειτονιές, ακολουθώντας το οθωμανικό πρότυπο οργάνωσης των πόλεων. Η οικονομία της Τριπολιτσάς στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή της ευρύτερης περιοχής, αλλά και στη βιοτεχνική δραστηριότητα: εργαστήρια και βιοτεχνίες επεξεργασίας δέρματος, νημάτων και άλλων προϊόντων έδιναν οικονομική ζωντάνια στην πόλη. Η φορολογική επιβάρυνση, ωστόσο, έπεφτε δυσανάλογα στους χριστιανούς. Οι χριστιανοί πρόκριτοι της Πελοποννήσου, αρκετοί εκ των οποίων είχαν διασυνδέσεις με την Κωνσταντινούπολη, καλούνταν συχνά στην Τριπολιτσά από τον πασά, ο οποίος με την παραχώρηση προνομίων και φοροαπαλλαγών καλλιεργούσε ένα πλέγμα αλληλοεξυπηρετήσεων. Αυτή η σχέση εξασφάλιζε την ομαλή είσπραξη φόρων αλλά και την πολιτική του επιβίωση, καθώς οι πρόκριτοι μπορούσαν να επηρεάσουν την τύχη του στην Υψηλή Πύλη.
Την αποτυχημένη εξέγερση που υποκινήθηκε από τη Ρωσία το 1770, γνωστή ως Ορλωφικά, ακολούθησαν μαζικές σφαγές χριστιανών: περίπου 3.000 χριστιανοί σκοτώθηκαν, ανάμεσά τους και ο μητροπολίτης Άνθιμος (Βάρβογλης), ενώ κάηκαν ολόκληρες συνοικίες και ναοί της πόλης. Στην ίδια περίοδο ενισχύθηκαν οι οχυρώσεις με την κατασκευή ψηλών τειχών, πυλών και πύργων (1785–1790), γεγονός που καθιστούσε την Τριπολιτσά προπύργιο του οθωμανικού ελέγχου. Το 1807 εγκαταστάθηκε στην πόλη ο Βελής Πασάς, γιος του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, φέρνοντας μαζί του 12.000 στρατιώτες. Η παρουσία του κατέστησε την Τριπολιτσά την ισχυρότερη στρατιωτική βάση των Οθωμανών στη νότια Ελλάδα.
Στις παραμονές της Επανάστασης του 1821, η Τριπολιτσά αποτέλεσε στρατηγικό στόχο των Ελλήνων επαναστατών, καθώς ο έλεγχός της σήμαινε και την ουσιαστική κατάρρευση της οθωμανικής εξουσίας στον Μοριά. Η πολιορκία της ξεκίνησε την άνοιξη του 1821 με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και κορυφώθηκε με την άλωσή της στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, γεγονός που σήμανε καθοριστική καμπή για την Επανάσταση, τόσο σε συμβολικό όσο και σε στρατηγικό επίπεδο.
Το 1825 η πόλη καταλήφθηκε από τον Ιμπραήμ Πασά της Αιγύπτου, ο οποίος την κατέστησε περιφερειακή του πρωτεύουσα. Κατά την αποχώρησή του από την περιοχή, και σε μια πράξη αντιποίνων, ο Ιμπραήμ προέβη σε ολοκληρωτική καταστροφή της Τριπολιτσάς. Sτις 9 Φεβρουαρίου 1827, έδωσε εντολή να ανατιναχθούν τα τείχη και να πυρποληθούν τα δημόσια και ιδιωτικά κτήρια, συμπεριλαμβανομένων τζαμιών, εκκλησιών, τεκέδων, χανιών και βρυσών. Το γεγονός καταγράφηκε από τον Τριπολιτσιώτη αγωνιστή και αυτόπτη μάρτυρα Ρήγα Παλαμήδη. Σήμερα, η πόλη φέρει την επίσημη ονομασία Τρίπολη και αποτελεί την πρωτεύουσα του Νομού Αρκαδίας και της Περιφέρειας Πελοποννήσου.