Παναγιώτης (Πάνος) Κολοκοτρώνης
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης, πρωτότοκος υιός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ήταν ένας ικανός και μορφωμένος αγωνιστής της ελληνικής επανάστασης. Με το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης έσπευσε στην Πελοπόννησο και υπηρέτησε ως αξιωματικός υπό τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, λαμβάνοντας μέρος σε καίριες στρατιωτικές επιχειρήσεις της περιόδου.
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε το 1798 στο χωριό Άκοβος της Αρκαδίας και ήταν ο πρωτότοκος υιός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και της Αικατερίνης Καρούσου, κόρης του προεστού του Ακόβου. Η οικογένεια Κολοκοτρώνη αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Πελοπόννησο κατά τη διάρκεια του μεγάλου διωγμού των κλεφτών του Μοριά και έτσι ο Πάνος μεγάλωσε στα Επτάνησα.
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης ήταν φιλομαθής και έλαβε αξιόλογη μόρφωση. Στη Ζάκυνθο έμαθε τα πρώτα γράμματα και μαθήτευσε πλάι στον Αντώνιο Μαρτελάο. Έπειτα, φοίτησε στην Ακαδημία της Κέρκυρας. Ήταν άριστος μαθηματικός, γνώριζε καλά την αρχαία ελληνική γλώσσα, μιλούσε ιταλικά και λίγα γαλλικά. Ο Πάνος ξεχώριζε μεταξύ των αγωνιστών για την παιδεία και τον ευγενικό του χαρακτήρα. Θεωρείται ένας από τους πιο μορφωμένους Έλληνες που πολέμησαν στην Επανάσταση.
Στις 20 Δεκεμβρίου 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον πατέρα του ενώ βρισκόταν στη Ζάκυνθο και συμμετείχε στην προετοιμασία του Αγώνα. Στις 25 Μαρτίου του 1821, ο Πάνος και ο μικρότερος αδελφός του Ιωάννης (Γενναίος) Κολοκοτρώνης πέρασαν από τη Ζάκυνθο στην Ηλεία με σκοπό να πολεμήσουν στο πλευρό του πατέρα τους. Η πρώτη μεγάλη μάχη στην οποία έλαβαν μέρος συνέβη στον Πύργο Ηλείας τον Απρίλιο, υπό την ηγεσία του Χαράλαμπου Βιλαέτη, όπου κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τους Λαλαίους Τούρκους που κυριαρχούσαν στην περιοχή.
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης ανέλαβε σημαντικούς ρόλους κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών της Επανάστασης και διακρίθηκε σε σημαντικές μάχες. Αρχικά ορίσθηκε υπεύθυνος στρατολογίας της επαρχίας Καρύταινας, ενώ παράλληλα ήταν επιφορτισμένος με την γενική εποπτεία των στρατοπέδων του Βαλτετσίου και των Τρικόρφων. Μετά την Πολιορκία και την Άλωση της Τριπολιτσάς διορίστηκε από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη Πολιτάρχης της Τριπολιτσάς και η Πελοποννησιακή Γερουσία του αναγνώρισε τον βαθμό του Χιλίαρχου. Πολέμησε με θάρρος στη Μάχη του Βαλτετσίου, συμμετείχε σε σειρά πολεμικών επιχειρήσεων στην περιοχή της Αργολίδας και αντιμετώπισε τη στρατιά του Δράμαλη Πασά στα Δερβενάκια τον Ιούλιο του 1822. Τον Ιούνιο του 1823 η Προσωρινή Διοίκηση του απένειμε τον βαθμό του Στρατηγού και τον διόρισε Φρούραρχο του Ναυπλίου. Την ίδια χρονιά, ο Πάνος Κολοκοτρώνης νυμφεύθηκε την Ελένη Μπούμπουλη, κόρη της καπετάνισσας Μπουμπουλίνας, επισφραγίζοντας τη φιλία μεταξύ των δύο οικογενειών.
Κατά τη διάρκεια της α’ φάσης του εμφυλίου, ο Πάνος Κολοκοτρώνης υπερασπίσθηκε σθεναρά τους Αντικυβερνητικούς με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Το 1824, με εντολή της Κυβέρνησης πολιορκείται το Ναύπλιο. Ο Πάνος συνθηκολογεί και στις 7 Ιουνίου 1824 αναγκάζεται να παραδώσει το φρούριο του Ναυπλίου στους Κυβερνητικούς Α. Ζαϊμη και Α. Λόντο, αναλαμβάνοντας παράλληλα την ευθύνη της πολιορκίας των Πατρών.
Μετά τη διάλυση της πολιορκίας των Πατρών, ο Πάνος Κολοκοτρώνης, μαζί με τον Κανέλλο Δεληγιάννη, κλήθηκαν να ενισχύσουν τα στρατιωτικά σώματα των Ντρέδων στην Τριφυλλία Μεσσηνίας, εναντίον των οποίων είχαν εκστρατεύσει οι Κυβερνητικοί, υπό την καθοδήγηση των Παπαφλέσσα και Ιωάννη Μακρυγιάννη. Ακολούθως, ο Πάνος έλαβε διαταγή να επιστρέψει στην Τριπολιτσά για να ενωθεί με τα στρατεύματα του πατέρα και του αδελφού του που στο μεταξύ είχαν καταλάβει αρκετά χωριά νότια της Τριπολιτσάς. Κατά την επιστροφή του, έλαβε είδηση ότι αιχμαλωτίστηκε ο αγωνιστής Στάικος Σταϊκόπουλος και έσπευσε να τον απελευθερώσει, πολιορκώντας το ένοπλο σώμα του Βάσσου Μαυροβουνιώτη στην περιοχή Βουνό της Αρκαδίας. Η πολιορκία έληξε άδοξα, καθώς ο Πάνος απομακρύνθηκε για να συναντήσει τον αδελφό του, Γενναίο, στο γειτονικό χωριό Καμάρι. Η απουσία του έδωσε την ευκαιρία στο ήδη πολιτικά διχασμένο στράτευμά του να οπισθοχωρήσει και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να λιποτακτήσει.
Αυτή η εξέλιξη είχε ως αποτέλεσμα ο Πάνος Κολοκοτρώνης και οι τρεις υπασπιστές του, Θεόδωρος Ρηγόπουλος, Γιάννης Βανκιώτης και Ανάστος Σιαμαράνης να κατευθυνθούν προς το στρατόπεδο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στη Σιλίμνα Αρκαδίας. Στη διαδρομή, όμως, έπεσαν σε ενέδρα που είχαν στήσει τα κυβερνητικά στρατεύματα μεταξύ των χωριών Θάνα και Παλλάντιο (Μπεσίρι) Αρκαδίας. Στρατιώτες του Βάσου Μαυροβουνιώτη πυροβόλησαν προς το μέρος του Κολοκοτρώνη. Στις 13 Νοεμβρίου 1824, ο Πάνος Κολοκοτρώνης σκοτώθηκε ακαριαία από σφαίρα στο κεφάλι. Το άψυχο σώμα του λαφυραγωγήθηκε, σε σημείο πλήρους απογύμνωσης, από άνδρες του Κώτζου Βούλγαρη που βρίσκονταν κρυμμένοι στην περιοχή.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης διέταξε τη μεταφορά της σωρού του Πάνου στο στρατόπεδο της Σιλίμνας για να ταφεί. Η απώλειά του υπήρξε συντριπτικό πλήγμα για τον Γέρο του Μοριά. Η συμβολή αυτού του ικανού και μορφωμένου αγωνιστή θα ήταν πολύτιμη τόσο στον Αγώνα όσο και στη διαμόρφωση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.